Ο Αρσένης είχε πεθάνει εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Συνέχιζε όμως να περιφέρεται στην πόλη χωρίς να τον ενδιαφέρει το γεγονός ότι ήταν νεκρός. Κυκλοφορούσε σε σπίτια, μαγαζιά, νοσοκομεία, γήπεδα, σινεμά, εκτός από νεκροταφεία. Τελευταία τον είχα πετύχει έξω από μια πολυεθνική να περιμένει στην ουρά για συνέντευξη. Επίμονο και ξεροκέφαλο πλάσμα. Από πρόπερσι έψαχνε δουλειά, ενώ ήξερε πως δεν χρειάζεται να δουλεύει. Παράξενο που τον απέρριπταν. Είχε το μεγαλύτερο προσόν από όλους! Ήταν νεκρός.
Για να μην τα πολυλογώ, χθες τον συνάντησα στην πλατεία. Μιλήσαμε λιγάκι. Μου είχε λείψει. Του είπα για τη μεγάλη μπίζνα που είχα πληροφορηθεί. Για να μην τρώει το χρόνο του αδίκως. Τον προειδοποίησα όμως: «Η δουλειά αυτή Αρσένη μου δεν είναι για όλους. Υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να ζήσεις». Το πείσμα του όμως… Αυτό το πείσμα! Φυσικά και πήρε τη δουλειά. Ποιος άλλος πληρούσε τις προϋποθέσεις καλύτερα από το νεκρό Αρσένη;
Παραδόξως δεν τον έχασα. Μιλούσαμε πολύ συχνά έκτοτε. Είχε αρχίσει να νιώθει ευχαρίστηση. Η ευτυχία και η χαρά είχαν αρχίσει να σφίγγουν ασφυκτικά γύρω του. Μου τα ‘λεγε. Δεν άντεχε την αισιοδοξία και την ικανοποίηση. Υπέφερε χαμογελώντας για πολύ καιρό. Εγώ όμως του τα είχα πει. Μέχρι που κάποια μέρα χτύπησε το τηλέφωνο. Δυστυχώς ο Αρσένης έζησε. Κανείς δεν το είχε μάθει. Ειδοποίησα την οικογένειά του. Το κλίμα ήταν βαρύ. Άναψα ένα κερί, έκανα το σταυρό μου και ξάπλωσα στο μνήμα μου.
Comentarios